Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2009

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ - ΣΤΑΘΜΟΣ

Ένα πρόγραμμα 380 σελίδων, ναι καλά διαβάσατε 380 σελίδων, από ένα πολιτικό κόμμα, είναι θαρρώ πρωτόγνωρο για τα Ελληνικά δεδομένα. Το τόλμησε ο ΣΥΝ, ως συμβολή στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ύστερα από μήνες σκληρής δουλειάς της επιτροπής που συγκροτήθηκε για τον σκοπό αυτό υπό τον Γιάννη Δραγασάκη και το παρουσίασε στο πρόσφατο Διαρκές Συνέδριό του.

«Είναι το πρόγραμμα που θέτει στο επίκεντρό του τα μεγάλα αιτήματα-στόχους που έχουν αναδειχθεί στον τόπο μας και διεθνώς τα τελευταία χρόνια Αυτά είναι: η ριζική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη της παραγωγικής βάσης της κοινωνίας μας υπό τις αρχές της αειφορίας και της σύμμετρης ανάπτυξης, σε συνάρτηση με τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής και υπό παραγωγικές σχέσεις που θα γέρνουν διαρκώς την πλάστιγγα προς όφελος της εργασίας. Η αποκατάσταση μηχανισμών αναδιανομής του παραγόμενου πλούτου προς όφελος των εργαζομένων. Η εξασφάλιση για όλες και όλους δουλειάς, αξιοπρεπούς μισθού ή σύνταξης, στέγης, παιδείας, κατάρτισης, υγείας, κοινωνικής ασφάλειας και ουσιαστικής συμμετοχής στο πολιτιστικό γίγνεσθαι. Η προστασία και διεύρυνση του δημόσιου χώρου, της δημοκρατίας, των κοινωνικών, πολιτικών και ατομικών δικαιωμάτων. Η ριζική αναδιάρθρωση του κράτους και των θεσμών. Η πάταξη της γενικευμένης διαπλοκής και της διάχυτης διαφθοράς. Η μαχητική επιδίωξη και εμπέδωση της διαρκούς ειρήνης στη γειτονιά μας και παντού στον κόσμο. Η πολιτιστική αναγέννηση…»

Θεωρώ ότι είναι υποχρέωσή μου να δημοσιεύσω αποσπάσματα από το πρώτο μέρος του προγράμματος (Πλαίσιο αρχών και κατευθύνσεων), που αφορούν στην τρέχουσα οικονομική κρίση, γιατί την αναλύει με τρόπο που και κατανοητός είναι και δεν έχει να κάνει με στενά κομματικά συμφέροντα και πολιτικές.
Όσοι και όσες ενδιαφέρονται να το διαβάσουν μπορούν να ανατρέξουν ηλεκτρονικά στο www.syn.gr

Η τρέχουσα κρίση και τα αίτιά της

Η τρέχουσα κρίση φωτίζει με ιδιαίτερα αποκαλυπτικό τρόπο το σύνολο των προβλημάτων που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα, ενώ ταυτόχρονα συνδέει με τρόπο σχεδόν χειροπιαστό τα προβλήματα αυτά με το συνολικό μοντέλο ανάπτυξης που ακολουθήθηκε τα τελευταία αρκετά χρόνια.
Αυτό είναι το μοντέλο της νεοφιλελεύθερης μορφής του σύγχρονου καπιταλισμού, το οποίο στηρίζεται στην απελευθέρωση των αγορών και της κίνησης του κεφαλαίου από κάθε εξωτερική ρύθμιση ή κοινωνικό έλεγχο, στην αναζήτηση της φτηνότερης εργατικής δύναμης ανεξαρτήτως συνόρων, στον προσανατολισμό της παραγωγής σε προϊόντα που αποσκοπούν στην ταχύτερη δυνατή ανανέωση της κατανάλωσης, στην ιδιωτικοποίηση κάθε δημόσιου αγαθού και κάθε δημόσιας λειτουργίας και στη συνεπαγόμενη συνεχή μεταβίβαση πλούτου και εξουσιών από τη δημόσια σφαίρα στην ιδιωτική.
Στο πλαίσιο αυτό, όλες οι ανάγκες των ανθρώπων, όπως εκφράζονται από τα αντίστοιχα δικαιώματα (το δικαίωμα στη στέγαση, στην υγεία και στην περίθαλψη, στην παιδεία και την εκπαίδευση, στην κοινωνική ασφάλιση, στο καθαρό περιβάλλον), μετατρέπονται ολοκληρωτικά σε εμπορεύσιμες και μπορούν να ικανοποιηθούν μόνο με χρήμα.
Και επειδή ούτε το εισόδημα ούτε η αποταμίευση των πολλών επαρκεί για να ικανοποιήσει αυτές τις ανάγκες, ο δανεισμός εμφανίζεται ως αρωγός, αν όχι ως σωτήρας, δηλαδή ως ο από μηχανής θεός που υποκαθιστά το κράτος πρόνοιας ενόσω εκείνο αποσύρεται εκχωρώντας τις αρμοδιότητές του στα ιδιωτικά πιστωτικά ιδρύματα. Έτσι, στο βαθμό που ο δανεισμός επεκτείνεται πέρα από τις «κλασικές» τράπεζες και γενικεύεται με τις καθαρά επενδυτικές και τα ποικίλα χρηματοπιστωτικά τους «προϊόντα», όχι μόνο τα νοικοκυριά και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αλλά και η ίδια η παραγωγή υποτάσσεται στο χρηματιστηριακό-τραπεζικό κεφάλαιο, το οποίο γιγαντώνεται και, απελευθερωμένο από κάθε δημόσιο έλεγχο, τείνει να κυριαρχήσει παντού. Σε αυτές τις συνθήκες, τα νοικοκυριά αποξενώνονται από το μελλοντικό τους εισόδημα, που έχει ήδη μεταβιβασθεί στις τράπεζες, και η τύχη των παραγωγικών μονάδων υποθηκεύεται, ενόσω το σύνολο της οικονομίας, η δημόσια σφαίρα και το κράτος εξαρτώνται όλο και πιο καθοριστικά από την ανεξέλεγκτη διεθνή κίνηση του κεφαλαίου αυτού, κίνηση που αποσκοπεί πάντοτε στο βραχυπρόθεσμα μέγιστο κέρδος.
Το μοντέλο αυτό υποβαθμίζει τις πραγματικές ανάγκες, διευρύνει τις τεχνητές και ανάγει την ικανοποίηση των τελευταίων σε σφραγίδα κοινωνικής καταξίωσης. Τόσο η ίδια η παραγωγή όσο και η επιστημονική έρευνα και η αναζήτηση της καινοτομίας προσανατολίζονται ανάλογα. Αφού, για παράδειγμα, η παραγωγή ενός σκευάσματος αδυνατίσματος αποδεικνύεται περισσότερο συμφέρουσα από εκείνη του φαρμάκου μιας σπάνιας ασθένειας ή η παραγωγή μεταλλαγμένων σπόρων περισσότερο κερδοφόρα από την αναπαραγωγή των φυσιολογικών, οι αντίστοιχες οικονομικές δραστηριότητες τείνουν να κατακλύσουν την αγορά και να κυριαρχήσουν στην κλίμακα ολόκληρης της κοινωνίας.
Από την άλλη μεριά, η διεύρυνση των τεχνητών αναγκών ενισχύει την υπερκατανάλωση, που δεν αποτελεί πλέον απλώς στρέβλωση, εξαίρεση ή υπερβολή ούτε μόνο απόρροια της άνισης κατανομής των εισοδημάτων. Η τάση για υπερκατανάλωση αναδεικνύεται σε κινητήρα για την ανάπτυξη της οικονομίας, σε νέο τρόπο κίνησης της κοινωνίας, στο νέο όπιο των λαών. Καθώς δε η Δύση βυθίζεται στη χαύνωση της υπερκατανάλωσης, ο Τρίτος Κόσμος λιμοκτονεί κατά απόλυτη κυριολεξία, ενόσω το δήθεν «ιστορικό δικαίωμα» της πρώτης στην ανάπτυξη μετατρέπει τον δεύτερο στη χωματερή των κάθε λογής αποβλήτων.
Σε οικονομίες σαν την ελληνική, η υπερκατανάλωση στηρίζει προσωρινά σχετικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ενόσω η ίδια ικανοποιείται από την υπερχρέωση, δηλαδή τη διά βίου πρόσδεση των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων, των νοικοκυριών και των ατόμων στα πιστωτικά ιδρύματα. Το αποτέλεσμα είναι, από τη μια μεριά, μια επίπλαστη -αφού στηρίζεται στην υπερχρέωση- εικόνα «ευημερίας» και, από την άλλη, η διεύρυνση των ζωνών της φτώχειας, της εργασιακής και συνταξιοδοτικής ανασφάλειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.
Όπως πιστοποιεί πολύ καθαρά η τρέχουσα κρίση, στις ζώνες αυτές δεν εντάσσονται πλέον μόνο οι οικονομικοί μετανάστες που σπεύδουν να εισρεύσουν στον «παράδεισο» αλλά και τα θύματα της υπερχρέωσης, δηλαδή όλο και πλατύτερα στρώματα του γηγενούς πληθυσμού στην πόλη και στην ύπαιθρο, και ιδιαίτερα οι νέοι και οι συνταξιούχοι. Ταυτόχρονα, το ίδιο μοντέλο, ενόσω διευρύνει το πεδίο των υποτιθέμενων «αναγκών» και για να το διευρύνει ακόμη περισσότερο, κατασπαταλά τους φυσικούς πόρους -τις πηγές ενέργειας, το νερό, τον αέρα, τα δάση, τις λίμνες, τις παραλίες-, διαρρηγνύει ή δηλητηριάζει την τροφική αλυσίδα και καταστρέφει συστηματικά το περιβάλλον. Η ενεργειακή, η διατροφική και η περιβαλλοντική κρίση συνδέονται αξεδιάλυτα με την τρέχουσα οικονομική.
Το μοντέλο αυτό νομιμοποιείται ιδεολογικά από την επίκληση μιας απεριόριστης δήθεν ελευθερίας. Όλα τα μέσα επιστρατεύονται για να πείσουν πως ο καθένας, άτομα και επιχειρήσεις, στέκει ισότιμα απέναντι στην αγορά και είναι «ελεύθερος» να ικανοποιήσει κάθε του «ανάγκη», υπό την προϋπόθεση ότι έχει τη δυνατότητα να αγοράσει το αντίστοιχο προϊόν. Και εφόσον τα πραγματικά εισοδήματα δεν επαρκούν, έρχονται τα πιστωτικά ιδρύματα να του παράσχουν γενναιόδωρα τα μέσα, δηλαδή τη χρέωση. Η δουλειά του καθενός και ό,τι αυτή παράγει, ολόκληρος ο τρόπος ζωής, φτάνουν να υπόκεινται εξολοκλήρου σε αυτή την «αρχή ελευθερίας». Πρόκειται για μια «αρχή» που διδάσκει ότι η αγορά έχει την εγγενή ικανότητα να αυτορυθμίζεται, ενώ συλλογική βούληση ή δημόσιο συμφέρον ουσιαστικά δεν νοείται, η πολιτική υποτάσσεται στους «σιδερένιους νόμους» της οικονομίας, δηλαδή της αγοράς, και το κράτος δεν υποχρεώνεται να παίξει συναφώς κανέναν ρόλο. Αντίθετα, οφείλει να απαλλαγεί από οποιοδήποτε αγαθό κατέχει ή διαχειρίζεται, προκειμένου να ενταχθεί και αυτό «ελεύθερα» στην αγορά και να υποστεί την τύχη που του μέλλεται εκεί.
Η παρούσα κρίση αποκαλύπτει με τρόπους εντυπωσιακά έκδηλους τη σαθρότητα των θεμελίων του όλου οικοδομήματος. Η επιδίωξη του μέγιστου κέρδους από την πλευρά του διεθνούς χρηματιστηριακού κεφαλαίου και των τραπεζών και η απόσυρση του κράτους από κάθε συναφή έλεγχο οδήγησαν στην ανεξέλεγκτη παραγωγή χρηματοπιστωτικών προϊόντων που κεφαλαιοποιούσαν τα χρέη και τα διέχεαν ως οιονεί υλικές αξίες προς κάθε κατεύθυνση. Οι πρακτικές αυτές ενίσχυαν τον κυρίαρχο ρόλο των πιστωτικών ιδρυμάτων, επενδυτικών ή «κλασικών», μεγέθυναν τα ίδια και τα συνέδεαν μεταξύ τους σχεδόν αξεδιάλυτα.
Αλλά από τη στιγμή που οι μισθοί και οι αποταμιεύσεις άρχισαν να μην αρκούν για να καλύψουν την υπερχρέωση, οι πρακτικές αυτές αποκαλύφθηκαν ως αυτό που ήταν, δηλαδή τίποτε περισσότερο από εξεζητημένες πυραμίδες ή φούσκες, και το όλο οικοδόμημα άρχισε να καταρρέει σαν πύργος από τραπουλόχαρτα.
Η αποφασιστική παρέμβαση του κράτους έγινε έτσι αναγκαία προκειμένου να διασωθεί το κύριο, δηλαδή ο ίδιος ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής.



Οικοδόμηση δεσμών εμπιστοσύνης

Η κοινωνία δεν συνιστά μια άμορφη μάζα που ονομάζεται «λαός» και αποτελείται απλώς από «πολίτες». Αυτή συγκροτείται από ένα σύνολο σχέσεων που ορίζουν κοινωνικές τάξεις και ομάδες με κοινά ή αντιτιθέμενα υλικά συμφέροντα και κοινές ή αντιτιθέμενες αξίες και επιδιώξεις.
Όταν κυριαρχεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής υπό οποιαδήποτε μορφή, το μεγάλο μέρος αυτών των τάξεων και ομάδων, το μέρος που κατεξοχήν παράγει και δημιουργεί, βρίσκεται υπό καθεστώς εκμετάλλευσης και πολιτικής αδυναμίας.
Ως εκ τούτου, έχει εξ αντικειμένου κοινά συμφέροντα και μπορεί να συγκροτηθεί πολιτικά υπό τις κοινές αξίες της αλληλεγγύης, της ισότητας, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης.
Αριστερά είναι το πολιτικό υποκείμενο που αποσκοπεί στο να συμβάλει σε αυτή τη συγκρότηση, δηλαδή ασκεί πολιτική στο όνομα αυτών των αξιών και από τη σκοπιά των εργαζόμενων τάξεων, των τάξεων εκείνων που, στις σημερινές συνθήκες, αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των μελών της ελληνικής κοινωνίας.
Ο ρόλος της Αριστεράς δεν περιορίζεται στο να οργανώνει συναφώς αντιστάσεις ή να εκφράζει διαμαρτυρίες. Καθώς είναι και η ίδια κομμάτι της κοινωνίας, ρόλος της είναι να συμβάλει στη συμπύκνωση και στη σύνθεση των κοινών συμφερόντων του συντριπτικά μεγαλύτερου μέρους της, ώστε να προωθηθούν οι αναγκαίες αλλαγές, μεταρρυθμίσεις και ανατροπές, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τη σοσιαλιστική προοπτική προς το συμφέρον όλων και προς όφελος όλων …
16/2/2009

Δεν υπάρχουν σχόλια: