Παρασκευή 2 Απριλίου 2010

Η ΖΩΗ ΕΝ ΤΑΦΩ

Ημέρες που είναι είπα να ασχοληθώ με την ποίηση. Τη σχετική με το θάνατο. Ψάχνοντας βρήκα και ένα κειμενάκι που πολύ μου άρεσε και το προσυπογράφω. Έτσι, χωρίς άλλα σχόλια, το δημοσιεύω (οι υπογραμμίσεις δικές μου) μαζί με γνωστά επίκαιρα ποιήματα των μεγάλων μας ποιητών Κώστα Βάρναλη και Κωστή Παλαμά..
ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ (όπως την εννοεί ο καθείς εξ υμών)


Η ζωή εν τάφω


Ο δε λέγει προς αυτάς• Μη τρομάζετε• Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον• ανέστη, δεν είναι εδώ• ιδού ο τόπος, όπου έθεσαν αυτόν.

Ναι, έχω τις αμφιβολίες μου. Μου τις καλλιέργησαν έντεχνα όπως ακριβώς και την πίστη μου. Τα θρησκευτικά που έμαθα στο Δημοτικό ήταν ένα όμορφο παραμυθάκι, φτιαγμένο να «εγγράψει υποθήκες» στην παιδικότητα μου. Στο κατηχητικό (σχεδόν υποχρεωτική η «φοίτηση» στα νιάτα μου) ο ιερέας δεν είχε πρόθεση για διάλογο. Μας μάθαινε μονότονα «Τα Χριστιανόπουλα» και μας αγριοκοίταζε αν είχαμε απορίες.
Μεγάλωσα φορώντας τα «καλά» μου κάθε πρωινό Κυριακής και μπαίνοντας σε εκκλησίες που μου προκαλούσαν δέος, για να ακούσω μία Θεία Λειτουργία, που αγνοούσα ακόμα τη γλώσσα της. Η πίστη και η κατάνυξη ήταν έννοιες που μου υπαγορεύτηκαν από τα πρέποντα. Ακριβώς όπως το όνομά μου και το βάπτισμα.
Με τον καιρό συνειδητοποίησα την χρησιμότητα του εγχειρήματος: ευφυής λύση στην επιτακτική ανάγκη μας να νικήσουμε την ιδέα του θανάτου. Νωρίτερα, είχα συναντηθεί με τις άλλες «απόλυτες» ανάγκες μου. Την ελπίδα για τα καλύτερα - που πάντα βαυκαλιζόμαστε να πιστεύουμε ότι είναι μπροστά μας - την αφόρητη δίψα να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε -ανυποψίαστοι συνήθως για το πόσο απαιτητική υπόθεση είναι η αγάπη - και την άρνηση να συμφιλιωθούμε με την μοναξιά μας.
Και κάπου στο βάθος, πάντα αναζητούσα δεκανίκι στα δύσκολα από τη «δοτή» μου πίστη. Είναι εκείνες οι στιγμές που σε νικούν στην καθημερινότητα και όπως οι δυνάμεις σου μοιάζουν «κατώτερες των περιστάσεων» σηκώνεις το βλέμμα και ενστικτωδώς σχεδόν, κάνεις αυτό που έμαθες από παιδί: προσεύχεσαι. Ελπίζοντας πως όλους τους καθημερινούς μικρούς θανάτους σου κάποιος τους εποπτεύει, κρυμμένος πίσω από το μπλε της νιρβάνας του. Και θα φτάσει μία παράκληση απλή για να παρέμβει και ν' αρχίσει τα θαύματα. Τι ωραία αφέλεια!! Και πόσο, αλήθεια, δύσκολο να την απαρνηθείς.
Ακούω συχνά ότι η Βίβλος παραμένει το πρώτο σε αναγνωσιμότητα βιβλίο όλων των εποχών. Δεν την μελέτησα και δεν είμαι ειδήμων. Αναρωτιέμαι ωστόσο, πόσο διαφορετικά πράγματα συγκράτησαν όλες οι γενιές των ανθρώπων, που απώθεσαν τις ελπίδες τους εκεί.

Ο κοινός τόπος των επιθυμιών μας συναντήθηκε – λένε - σε κείνο τον κενό τάφο. Αρκεί η σκέψη ότι Ένας νίκησε τους φόβους μας. Ότι Αναστήθηκε. Συνειδητοποιώ από προχθές πόσο σπουδαίο είναι να 'χουμε κατά νου την Ανάσταση. Λες κι αν ο τάφος δεν ήταν κενός .. θα πεθάνουμε λιγότερο. Ή αν ο τάφος βρεθεί αλλού, θα χουμε εξασφαλισμένο one way ticket για την πύλη του Παραδείσου.
Ζω στην εποχή των αμφισβητήσεων. Κανονικά, ο Άπιστος Θωμάς θα πρεπε να ανακηρυχθεί προστάτης του 21ου αιώνος. Ήδη έκανε το θαύμα του για λογαριασμό του Ντάν Μπράουν και τώρα βάλθηκε να πάρει υπό τη σκέπη του και τον Τζέημς Κάμερον. Κι εμείς οι υπόλοιποι, μόνιμα αφιερωμένοι στη λατρεία του. Τραγικά δύσπιστοι και υποψιασμένοι. Απαιτούμε τεκμήρια αθωότητας κρίνοντας τους πάντες εξ ορισμού ενόχους.
Τα Ιερατεία συνωμότησαν, ο Μέγας Κωνσταντίνος έβαλε το χέρι του, τα Απόκρυφα Ευαγγέλια μας τα στέρησαν, το Ευαγγέλιο του Ιούδα έγινε λαϊκό ανάγνωσμα και ακόμη και το βιβλίο της Ουράντια μοιάζει πιστευτό. Οι λαοί των αποπροσανατολισμένων .. έτοιμοι να δεχτούν τα πάντα. Εκτός από το προφανές: ότι υπάρχει τάφος. Όχι αυτός . Ούτε και τούτος. Αλλά ο δικός μας τάφος. Κι ακόμη δυσκολότερο να τον αντιληφθείς, όχι στο τέρμα της διαδρομής σου, αλλά ενδιάμεσα: στη ζωή εν τάφω.
http://oistros-reportaz1.blogspot.com


Οι πόνοι της Παναγιάς

Πού να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποια κορφήν ερημική;
Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ' άδικο φωνάξεις.
Ξέρω πως θάχεις την καρδιά τόσο καλή, τοσο γλυκή,
που με τα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.

Συ θάχεις μάτια γαλανά,θάχεις κορμάκι τρυφερό,
θα σε φυλάω από ματιά κακή κι από κακόν καιρό,
από το πρώτο ξάφνισμα της ξυπνημένης νιότης.
Δεν είσαι συ για μάχητες, δεν είσαι συ για το σταυρό.
Εσύ νοικοκερόπουλο - όχι σκλάβος ή προδότης.

Tη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν' ακώ, πουλάκι μου ζεστό
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι,
κ' ύστερα απ' το παράθυρο με καρδιοχτύπι να κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολιό με πλάκα και κοντύλι

Kι αν κάποτε τα φρένα σου μ' αλήθεια, φως της αστραπής,
χτυπήσει ο Κύρης τ' ουρανού, παιδάκι μου να μη την πεις!
Θεριά οι ανθρώποι, δε μπορούν το φως να το σηκώσουν!
Δεν είν' αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν!


Κώστας Βάρναλης


Ο ΤΑΦΟΣ (αποσπάσματα)

Μήτε με το σίδερο,
Μήτε με το χρυσάφι,
Μήτε με τα χρώματα
Που σπέρνουν οι ζωγράφοι

Μήτε με τα μάρμαρα
Τα τεχνοσκαλισμένα
Το σπιτάκι σου έπλασα
Παντοτινό για σένα

Μόνο με του πνεύματος
Τα μάγια! Σου το υψώνω
Σ᾿ ένα τόπον άυλον,
Απείραχτο απ᾿ το χρόνο.

Μ᾿ όλα μου τα δάκρυα
Και με το αίμα μου όλο
Του έχτισα τα θέμελα,
Του σκέπασα το θόλο

Κι α φοβάσαι, αγάπη μου,
Να μένεις μοναχό σου,
Κάλεσε και κράτησε
Μέσα στ᾿ αρχοντικό σου

Έλα τα πρωτόπλαστα
Καθώς εσύ βλαστάρια
Π᾿ άνθισαν κι απόσβυσαν,
Μιας χρυσαυγής καμάρια!
...[συνεχίζεται]...

Ήσυχα και σιγαλά,
διψώντας τα φιλιά μας,
από τ᾿ άγνωστο γλιστράς
μέσα στην αγκαλιά μας.

Ως κ᾿ η βαρυχειμωνιά
μ᾿ αιφνίδια καλοσύνη
κ᾿ ήσυχη και σιγαλή
σε δέχτηκε κ᾿ εκείνη.

Ήσυχα και σιγαλά
σε χάιδευεν ο αέρας,
της νυχτὸς ηλιόφεγγο
κι ονείρεμα της μέρας.

Ήσυχα και σιγαλά
μας γέμιζες το σπίτι,
γλύκα του κεχριμπαριού
και χάρη του μαγνήτη.

Ήσυχα και σιγαλά
ζούσε από σε το σπίτι,
ομορφιά τ᾿ αυγερινού
και φως του αποσπερίτη.

Ήσυχα και σιγαλά
φεγγάρια, ώ στόμα, ώ μάτι,
μιαν αυγούλα σβήσατε
στο φονικό κρεββάτι.

Ήσυχα και σιγαλά
και μ᾿ όλα τα φιλιά μας,
γύρισες προς τ᾿ άγνωστο
μέσ᾿ απ᾿ την αγκαλιά μας.

Ήσυχα και σιγαλά,
ώ λόγε, ώ στίχε, ώ ρίμα,
σπείρετε τ᾿ αμάραντα
στ᾿ απίστευτο το μνήμα!
...[συνεχίζεται]...

Άφτιαστο κι αστόλιστο
του Χάρου δε σε δίνω.
Στάσου με τ᾿ ανθόνερο
την όψη σου να πλύνω.

Το χρυσό το χτένισμα
με τα χρυσά τα χτένια,
πάρτε απ᾿ τη μανούλα σας
μαλλάκια μεταξένια.

Μήπως και του Χάροντα
καθώς θα σε κοιτάξει,
του φανείς αχάιδευτο
και σε παραπετάξει!

Στο ταξίδι που σε πάει
ο μαύρος καβαλλάρης,
κοίταξε απ᾿ το χέρι του,
τίποτε να μην πάρεις.

Κι αν διψάσεις μην το πιεις
από τον κάτου κόσμο
το νερό της αρνησιάς,
φτωχό κομμένο δυόσμο!

Μην το πιεις κι ολότελα
κι αιώνια μας ξεχάσεις...
βάλε τα σημάδια σου
το δρόμο να μη χάσεις,

κι όπως είσαι ανάλαφρο,
μικρό σα χελιδόνι,
κι άρματα δε σου βροντάν
παλικαριού στη ζώνη,

κοίταξε και γέλασε
της νύχτας το σουλτάνο,
γλίστρησε σιγά - κρυφά
και πέταξ᾿ εδώ πάνω,

και στο σπίτι τ᾿ άραχνο
γυρνώντας, ώ ακριβέ μας,
γίνε αεροφύσημα
και γλυκοφίλησε μας!


Κωστής Παλαμάς

29/3/2010

Δεν υπάρχουν σχόλια: