Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ – Ιστορικά

Έτος γέννησης
Η ακριβής χρονολόγηση της ζωής του Ιησού είναι αδύνατη αφού οι υπάρχουσες μαρτυρίες που προέρχονται από την Καινή Διαθήκη χαρακτηρίζονται από χρονολογική ασάφεια και επίσης το αφετηριακό 1 μ.Χ. δεν εναρμονίζεται επακριβώς με τα γενικότερα ιστορικά δεδομένα των χρόνων εκείνων.
Η γέννηση του Ιησού τοποθετείται γύρω στο 7 ή 6 π.Χ. ή μεταξύ του 4 ως 1 π.Χ. Αυτό συμβαίνει καθώς το σημερινό ημερολόγιο, στηρίζεται βασικά στους υπολογισμούς του μοναχού και αστρονόμου Διονυσίου του Μικρού, που κατά τον 4ο αιώνα μ.Χ. καθόρισε με τα δεδομένα που είχε τότε, το έτος 754 από κτίσεως Ρώμης ως το χρόνο της γέννησης του Ιησού, αντί του έτους 747 όπως θα έπρεπε με τα σημερινά δεδομένα.
Πέρα από αυτό, τα λίγα στοιχεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη κατά προσέγγιση χρονολόγηση της γέννησης του Ιησού, προέρχονται κυρίως από το Ευαγγέλιο του Λουκά και του Ματθαίου και αφορούν:
► Τη γέννηση του Ιησού επί αυτοκράτορα Αυγούστου (Λουκ. 2,1), του οποίου η βασιλεία διήρκεσε για μεγάλο χρονικό διάστημα (27 π.Χ. - 14 μ.Χ.)
► Τη γέννηση του Ιησού «εν ταις ημέραις Ηρώδου βασιλέως της Ιουδαίας» (Λουκ. 1,5), του οποίου επίσης η βασιλεία στην Ιουδαία ήταν από τις μακρότερες χρονικά (37-4 π.Χ.). Μπορεί να ειπωθεί με σχετική ακρίβεια ότι ο Ηρώδης πέθανε κατά το έτος 750 «από κτίσεως Ρώμης» (4 π.Χ.) ή λίγο πριν και στη συνέχεια κηρύχθηκε πένθος μιας εβδομάδας. Άρα ο Ιησούς πρέπει να γεννήθηκε σίγουρα πριν από το 750 «από κτίσεως Ρώμης» (4 π.Χ.) κατά το οποίο πέθανε ο Ηρώδης.



► Στις περιγραφές για το άστρο της Βηθλεέμ (Ματθ. 2,2)
Το άστρο της Βηθλεέμ, αν τελικά αφορούσε κάποιο αστρονομικό φαινόμενο, οδηγεί και πάλι στο έτος 747 από κτίσεως Ρώμης ή 7 π.Χ., αφού κατά τον Κέπλερ και άλλους αστρονόμους υπήρξε πράγματι τότε ένα παρόμοιο ουράνιο φαινόμενο που προκαλείται κατά τη συνάντηση των τριών πλανητών, του Κρόνου, του Δία και της Αφροδίτης. Στο φαινόμενο αυτό, μετά παρέλευση δύο ή τριών μηνών, ο Δίας δύει ή εξέρχεται από την τροχιά. Τότε παρατηρείται και πάλι το ίδιο έντονο φωτεινό φαινόμενο που παρουσιάζεται στην αρχή, σαν να εμφανίζεται εκ νέου.
Το γεγονός αυτό ταιριάζει με την παρατήρηση του Ματθαίου ότι οι Μάγοι πορευόμενοι προς τη Βηθλεέμ, «είδον τον αστέρα και εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα», προσθέτοντας ότι το «αστέρι» αυτό ήταν ίδιο με εκείνο «ον είδον εν τη Ανατολή» (Ματθ. 2,9-10). Καθώς ένα ταξίδι από τη Μεσοποταμία στην Παλαιστίνη με τα μέσα της εποχής απαιτούσε δύο ή τρεις μήνες, η χρονική αυτή απόσταση ταιριάζει με την αντίστοιχη φυσική κίνηση του πλανήτη Δία και τη διπλή εμφάνιση του κατά την είσοδο και έξοδο από την τροχιά συνάντησης με τους άλλους δύο πλανήτες.
► Στα γεγονότα της «πρώτης» απογραφής, η οποία «εγένετο ηγεμονεύοντος της Συρίας Κυρηνίου» (Λουκ. 2,2) (12 - 8 π.Χ. ή 8-6 π.Χ.)

Γενέθλια
Η γέννηση του Ιησού ως ανθρώπου παρουσιάζεται ως ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ιστορία όλης την ανθρωπότητας.
Η σημαντική Δεσποτική γιορτή της κατά σάρκα γεννήσεως του Χριστού, είναι μια ιδιαίτερη γιορτή, η οποία σύμφωνα με τον Γρηγόριο Ναζιανζηνό δεν θα πρέπει να συγχέεται με τα γενέθλια οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου, αφού στα Γενέθλια αυτά εορτάζουμε το μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός ότι «εφάνη γαρ Θεός ανθρώποις δια γεννήσεως».
Σύμφωνα με τις αφηγήσεις της Καινής Διαθήκης, τόσο ο Ιησούς Χριστός όσο και οι μαθητές του δεν γιόρταζαν γενέθλια ανθρώπων, και ο ίδιος ζήτησε ρητά από τους ακολούθους του να τηρούν την ανάμνηση του θυσιαστικού θανάτου του.
Τους πρώτους αιώνες μ.Χ. οι χριστιανοί δεν γιόρταζαν τα γενέθλια των αγίων και μαρτύρων της πίστεως, παρά μόνο την ημέρα του θανάτου τους, την οποία ημέρα του μαρτυρίου τους θεωρούσαν και κατ’ εξοχήν γενέθλια ημέρα, εφόσον έτσι γεννιόντουσαν οι για τον Χριστό σφαγέντες στον νέο κόσμο της Βασιλείας του Θεού.
Μάλιστα, κατά τον 3ο αιώνα, ο Ωριγένης πίστευε ότι «o φαύλος τα γενέσεως αγαπών πράγματα εορτάζει γενέθλιον» και ότι «επ΄ ουδεμιάς γραφής εύρομεν υπό δικαίου γενέθλιον αγομένην».
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι για δύο αιώνες μετά τον θάνατο του Χριστού, κανένας δεν γνώριζε —και λίγοι νοιάζονταν— για το πότε ακριβώς γεννήθηκε. Στην πραγματικότητα, η Εκκλησία έφτασε έως του σημείου να διακηρύξει ότι ήταν αμαρτία το να σκοπεύει κάποιος να τηρήσει τα γενέθλια του Χριστού «σαν να ήταν Εκείνος ο Βασιλιάς Φαραώ».
Οι ευσεβείς Ιουδαίοι δεν τηρούσαν τον εορτασμό γενεθλίων, καθώς θεωρούνταν παγανιστική συνήθεια, ενώ οι αναφορές στον εορτασμό τους στα βιβλικά κείμενα αφορούν μόνο ειδωλολάτρες. Η πρώτη αναφορά εορτασμού γενεθλίων περιγράφεται στο βιβλίο της Γένεσης και αφορά τα γενέθλια του Φαραώ της Αιγύπτου (15ος/13ος αιώνας ΠΚΧ), περίσταση κατά την οποία ο Φαραώ εκτέλεσε έναν αυλικό του. (Γέν. 40:19, 20).
Στο βιβλίο 2 Μακκαβαίων (απόκρυφο για τους Προτεστάντες) (2ος αιώνας π.Χ.) καταγράφεται η βεβήλωση του Ναού στην Ιερουσαλήμ και η πίεση που ασκήθηκε στους Ιουδαίους να συμμετάσχουν σε παράνομες για εκείνους πρακτικές, όπως η συμμετοχή στον εορτασμό των μηνιαίων γενεθλίων του Αντιόχου Δ' του Επιφανή. (2 Μακ. 6:7)
Στα βιβλία της Καινής Διαθήκης, υπάρχει μία μόνο αναφορά σε εορτασμό γενεθλίων. Αφορά τα γενέθλια του βασιλιά Ηρώδη Αντύπα, ο οποίος κατά το εορταστικό δείπνο των γενεθλίων του και κατόπιν αιτήματος της κόρης του Σαλώμης έδωσε εντολή για τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη του Βαφτιστή. (Μάρκ. 6:21)
Ορισμός της ημερομηνίας
Ο πάπας Τελεσφόρος (125-136 μ.Χ.), για πρώτη φορά γύρω στο 135 μ.Χ., αποφάσισε να μνημονεύσει το ιδιαίτερο γεγονός της έλευσης του Θεανθρώπου στον κόσμο, θεσπίζοντας τη γιορτή των Χριστουγέννων, επί βασιλείας του αυτοκράτορα Αδριανού (117-138 μ.Χ.).
Κάποιοι ερευνητές διατυπώνουν την άποψη ότι τα πρώτα ίχνη της γιορτής των Χριστουγέννων φάνηκαν όταν αυτοκράτορας ήταν ο Λούκιος Κόμμοδος (180-192 μ.Χ.)
Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, ο εορτασμός των Χριστουγέννων έγινε για πρώτη φορά στην Αντιόχεια κατά τον 4ο αιώνα από τους Ευσταθιανούς, ένα χριστιανικό κίνημα που είχε άμεση σχέση με την Εκκλησία της Ρώμης.
Για τέσσερις αιώνες τα Χριστούγεννα γιορτάζονταν μαζί με την Βάπτιση του Χριστού, στις 6 Ιανουαρίου, επειδή θεωρήθηκε ότι 6 Ιανουαρίου πλάσθηκε ο Αδάμ, ο πρώτος άνθρωπος.
Επί Πάπα Ιουλίου Α' (336-332) τα Χριστούγεννα σταμάτησαν να γιορτάζονται μαζί με τα Θεοφάνεια και θεσπίσθηκε ως επέτειος η 25 Δεκεμβρίου κατόπιν έρευνας των αρχείων της Ρώμης, όπως πιστεύεται, επί της απογραφής που έγινε επί αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου, σε συνδυασμό με υπολογισμό ρήσης του Ευαγγελίου (το οποίο και συνέτεινε) του Προδρόμου λεχθείσα περί τον Χριστόν: «Εκείνος δει αυξάνειν, εμέ δε ελατούσθαι» (Ιωάνν. γ'30). Με βάση αυτή την υποθετική πηγή, η Γέννηση του Χριστού ορίσθηκε κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο όπου και αρχίζει η αύξηση των ημερών.
Το 386 ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρότρυνε την εκκλησία της Αντιόχειας να συμφωνήσει στην 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού της Γέννησης, και στην Ρώμη το καλεντάρι των Φιλοκαλίων (354 μ.Χ.) περιλαμβάνει στην ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου, απέναντι από την παγανιστική Natalis invicti, δηλ. «γέννηση του ακατανίκητου (ήλιου)», την φράση «VIII kaalitan nattis Christus in Bethleem Iudea».
Σύμφωνα με παράδοση του 8ου αιώνα, στα αρχεία της Εκκλησίας της Ρώμης φέρεται να υπήρχε έγγραφο του Ιωσήπου το οποίο καταδείκνυε ότι ο Ιησούς γεννήθηκε την 9η του μηνός Σαπέτ, που αντιστοιχεί στην 25η Δεκεμβρίου. Με νεώτερη έρευνα, το έργο αυτό ανάγεται στα τέλη του 9ου αιώνα και θεωρείται αμφιλεγόμενο και νόθο.
Τον καιρό του Αγ. Αυγουστίνου η ημερομηνία της εορτής της Γέννησης είχε καθοριστεί, πάντως ο Αυγουστίνος την παραλείπει από τον κατάλογό του με τις σημαντικές χριστιανικές επετείους.



Μετατροπές

Ο εορτασμός των Χριστουγέννων ήταν πιθανώς η χριστιανική μεταμόρφωση ή αναγέννηση μια σειράς συναφών ειδωλολατρικών εορτασμών — τα Σατουρνάλια (Saturnalia), τα Σιγκιλάρια (Sigillaria), τα Ιουβενάλια (Juvenalia), τα Μπρουμάλια (Brumalia) ή της Γέννησης του Ακατανίκητου Ήλιου (Dies natalis Invicti Solis) — τα οποία τηρούνταν στην Ρώμη τον μήνα Δεκέμβριο, σε ανάμνηση της χρυσής εποχής παγκόσμιας ελευθερίας και ισότητας, και προς τιμήν του ακατανίκητου ήλιου, και οι οποίες ήταν μεγάλες γιορτές, ειδικά για τους δούλους και τα παιδιά.
Τις γιορτές αυτές ο Χριστιανισμός ήθελε να εξαφανίσει. Εξάλλου αυτό ήταν το πιστεύω του πάπα Γρηγορίου του Μεγάλου (590-604 μ.Χ.), που πρέσβευε ότι: «Αι εορταί των εθνικών πρέπει να μετατραπώσι βαθμιαίως εις χριστιανικάς». (Στράτος Θεοδοσίου - Μάνος Δανέζης, Στα ίχνη του ΙΧΘΥΣ, Δίαυλος, Αθήνα, 2000)
Για παράδειγμα, όπως συνέβαινε με πολλές θεότητες του ελληνικού πανθέου, κάθε χρόνο γινόταν ο εορτασμός των γενεθλίων του Δία. Μάλιστα, σύμφωνα με την άποψη του καθηγητή Μιχάλη Τιβέριου («Η γέννηση του Χριστού και η γέννηση του Δία». (Το Βήμα, 30 Δεκεμβρίου 2007, σ. B43)), φαίνεται ότι υιοθετήθηκαν από τον μεταγενέστερο Χριστιανισμό στοιχεία που προέρχονταν από τέτοιου είδους εορτασμούς.
Τελικά, οι ίδιοι οι εκκλησιαστικοί πατέρες επιβεβαιώνουν την συμβολική αναφορά της γιορτής της γέννησης του Χριστού, του Ήλιου της δικαιοσύνης, του Φωτός του κόσμου, στην γιορτή της γέννησης του ανίκητου ήλιου, ο οποίος την εικοστή πέμπτη Δεκεμβρίου, μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο, διαλύει την αυξανόμενη δύναμη του σκοταδιού, και ξαναρχίζει την ηρωική του πορεία.

Όπως και να έχουν τα πράγματα…
ΧΑΡΟΥΜΕΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ!
Πηγές:
http://el.wikipedia.org
http://www.patridamou.gr/
http://www.asxetos.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: